ρεσεψιόν

ρεσεψιόν
η, Ν
1. υποδοχή
2. υπηρεσία, αίθουσα ή γραφείο υποδοχής κοινού ή πελατών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. reception «λήψη, υποδοχή» (< λατ. recipio «υποδέχομαι»)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”